Στην αρχή σκέφτηκα πως η μεσόγειος
δε σημαίνει τίποτα για μένα:
ήμουν στο κρεβάτι και κάπνιζα
και πραγματικά δε σήμαινε τίποτα. Σκέφτηκα προς στιγμήν
τον οδυσσέα
ίσως την κίρκη ή το νησί του ήλιου,
και έπειτα πάλι την μεσόγειο,
τίποτα απολύτως. Ήμουν ξαπλωμένος
έπινα χυμό πορτοκάλι
και κάπνιζα
ένιωσα πως απλώς θέλω να μετανοήσω
για την ασχήμια μου: σαν
ναυαγός
που το αεροπλάνο του συντρίφθηκε σ’ενα
ξερονήσι.
Ακόμα όμως δε σήμαιναν τίποτα όλα αυτά
και η μεσόγειος
τίποτα
και η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική.
Να γίνουμε πιο ωραίοι σκέφτηκα έπειτα
με κάποιον θαυμαστό τρόπο να ομορφύνουμε :
ήταν νύχτα και νύσταζα
άρχισα να’χω ναυτία. H μεσόγειος πάντως δε σήμαινε τίποτα
ακόμη
ενώ έβγαινα απ’την τουαλέτα και ξάπλωνα
και έπειτα θυμήθηκα
πως ο Μπολάνιο ζήτησε
να σκορπίσουν τις στάχτες του σε ‘κείνη
και έπειτα φαντάστηκα
ένα σκυλόψαρο να τρώει κάποιον ναυαγό
που το αεροπλάνο του τυλίχθηκε στις φλόγες
σ’ένα ξερονήσι.
Τίποτα το σημαντικό και πάλι όμως
η μεσόγειος
απ’οτι δείχνουν όλα
είναι απολύτως ανύπαρκτη για ‘μένα.
Να γίνουμε πιο ωραίοι, σκέφτηκα πριν κοιμηθώ
να πάψουμε να αμαρτάνουμε
τόσο αβίαστα