Δε γράφεται με κρύα τα χέρια – με την ακουστική του θανάτου στο προσκήνιο δε γράφεται φωνάζοντας στα αυτιά των ξεπεσμένων ή σφίγγοντας το χέρι ενός φίλου που πια είναι λεπρός ή άοσμος ή παρελθόν, δε γράφεται στην πύλη κάποιου αεροδρομίου αποχωρισμών, ή με την σκέψη για το αν εν τέλει η νιότη είναι μια απάτη που σταμάτησε να αποδίδει, δε γράφεται στους πρόποδες της ευδαιμονίας και στην κήρυξη του χωμάτινου ευαγγελίου, δε γράφεται στην πόλη που αδειάζει τις σφαίρες της στους ώμους της ιστορίας – όμως είναι εν τελεί μια καλοστημένη απάτη και είναι ένα σύννεφο γεμάτο δάκρυα ή θέληση, δε γράφεται στα κιτάπια των συγγραφέων ή στην χαμένη ψυχή τους, δε γράφεται στις στάχτες που σκορπίζονται στη μεσόγειο ή με το όραμα για μια τέχνη των διαστημικών εξορμήσεων, δε γράφεται στο χαλασμένο συκώτι της αγάπης και δε γράφεται στην πραγματικότητα τίποτα και ποτέ που να μην πεθαίνει μαζί σου, δε γράφεται στα υπόγεια της παιδικής ηλικίας, δε γράφεται μητέρα και δε λογίζεται μητέρα, δε γράφεται κι όμως δεν είναι τρέλα, ούτε ασθένεια ούτε αδυναμία, αν και είναι κυρίως αδυναμία λένε κάποιοι, δε γράφεται σε κλινικές ή σε πεζοδρομία της τριακοστής εξόντωσης, δε γράφεται στο προσκεφάλι του αρρώστου ούτε αναπτύσσεται ούτε σχεδιάζεται ούτε καν π α ρ α σ τ α ί ν ε ι, δε γράφεται με συντροφιά την μοίρα ή το πεπρωμένο γιατί ο δρόμος πάντα οδηγεί στα αγκάθια ή στο κέλυφος ενός γιγάντιου ζώου ή στην κοιλιά ενός κρατήρα ή στην αίθουσα αναγνωστηρίου μια ιπτάμενης λύπης, δε γράφεται στο πάρκο και στη θάλασσα δε γράφεται στην βροχή που σαπίζει τα πρωινά και στα μορφινούχα χελιδόνια της – όμως δε γράφεται, δε γράφεται υπό τους ήχους της απώλειας και υπό τα όργανα του κέρδους, είναι ο τελευταίος σταθμός απ’ όπου ξεκινάει το μη γράψιμο γιατί δε γράφεται στο λέω, δε γράφεται ενώ εσύ έχεις ξεχάσει πια, έχεις αφήσει πίσω σου λέξεις όπως ανώφελο, όπως υπέρβαση, όπως κουράγιο, δε γράφεται απ’ την ατυχία και απ’ την ιλαρότητα που αφήνει η συνεχής καταστροφή, δε γράφεται
όπως το τηλεσκόπιο που μας κατασκοπεύει είναι ασύμφορο να γυρνάς
και να γυρνάς
και να γυρνάς
και να γυρνάς
δε γράφεται στο αίμα μας ούτε στα εγκαύματα που αφήνουν οι εποχές, είναι ο πρόγονος της τελευταίας πρότασης που λέγεται ΑΦΙΛΟΞΕΝΟΣ
που λέγεται ΑΝΕΦΕΛΟΣ ΥΠΝΟΣ
που λέγεται ΡΟΗ
και δε γράφεται παρά μόνο απελπίζει και δε γράφεται παρά μόνο σιωπά
και δε γράφεται παρά μόνο
σ’ ε γ κ α τ α λ ε ί π ε ι.