στο σκαλοπάτι
ένα ζευγάρι, που εμφανώς
έχει μόλις κάνει χρήση οπιούχου αναλγητικού
του κρατάει το χέρι
και εκείνος
με το άλλο το ελεύθερο
χαϊδεύει τον πήχη της
με συγκινητική αργοπορία στην κίνησή του
τα μάτια της
προσπαθούν να εντοπίσουν αστέρια
τα μάτια του
συγκεντρωμένα στα χέρια
σαν να ναι το δέρμα της
αχαρτογράφητος γειτονικός πλανήτης
κοιτάζω τον άγνωστο άντρα που διασχίζει
μαζί μου τον δρόμο
κλαίει
ποιος από τους δύο μας
να ξεκίνησε πρώτος
οι μισοί μου φίλοι
λείπουν επίσκεψη στη θάλασσα
η γειτονία είναι άδεια
γεμάτη τροχοκίνητες βαλίτσες
και στο πάρκο
παίζει ένα προσφυγόπουλο
με τους γονείς του
περασμένες δώδεκα το βράδυ
έχω μόλις σχολάσει
ο πυρετός σημαίνει
χρειάζομαι ζακέτα στο σαραντάρι
πηγαινοέρχονται μηνύματα
θέλεις να περάσω, μπορείς μόνη σου
θέλω ζεστό φαγητό
και μια ταινία
την ησυχία
του άδειου σπιτιού
ακούγονται
τζιτζίκια
μακάριος ήχος
του καλοκαιριού