Λουλούδι από πέτρα (Κρέμας)

Η Σιμώνη επέστρεψε σπίτι μετά από μια κουραστική βάρδια στο εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας όπου δούλευε για τέσσερα συναπτά έτη. Κατάκοπη από την κουραστική μέρα και τις εξοντωτικές συνθήκες εργασίας και μεταχείρισης εκ μέρους των προϊσταμένων, έφαγε βραδινό, μπανιαρίστηκε και ξάπλωσε ανάβοντας ένα τσιγάρο να χαλαρώσει και να κοιμηθεί διαβάζοντας ένα κεφάλαιο από το δεύτερο φύλο της Γαλλίδας συνονόματης της, της Σιμόν ντε Μποβουάρ.
Η Σιμώνη η Μητσάκου λοιπόν, εν αντιθέση με την Μποβουάρ, δεν ήταν φεμινίστρια με την τότε τρέχουσα έννοια του όρου. Ούτε με την σημερινή είναι. Όντας άτομο χαμηλού μορφωτικού-εκπαιδευτικού επιπέδου, έχοντας αφήσει νωρίς το σχολείο ένεκα της άμεσης ανάγκης συνεισφοράς στο πενιχρό οικογενειακό εισόδημα, δεν της επέτρεπαν να μορφωθεί ούτε της εξασφάλιζαν χρόνο να μελετήσει, να ψαχτεί κατά την έκφραση του σειρμού. Ωστόσο το διάβασμα και η μόρφωση δεν της ήταν απαραίτητα εφόδια για να συνειδητοποιήσει την ανισότητα και την κάθε μορφή αδικίας που βρισκόταν διάχυτη και κυριαρχούσα γύρω της. Η έμφυλη ανισότητα, η οικονομική ανισότητα, οι αποκλεισμοί και οι διωγμοί, βίαιοι ή δομικοί, ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, καθώς και ο άδικος πλουτισμός των πλουσίων εις βάρος των φτωχών και μικρομεσαίων τάξεων την εξόργιζαν. Η οργή της, η αγανάκτησή της και το αίσθημα αλληλεγγύης προς τον συνάνθρωπο και τον αναξιοπαθούντα ήταν, εν αντιθέσει με πολλών άλλων αγωνισταράδων, αγνά και ειλικρινή. Ίσως να οφείλεται αυτή της η ροπή προς την γενναιοδωρία και την κοινωνική ευαισθησία στην αγωγή την οποία έλαβε, ενδεχομένως και να ήταν έμφυτη, δεν έχει σημασία. Πάντως ως γυναίκα επιδίωκε με όποιον τρόπο μπορούσε να γίνει ίση με τον άντρα. Σαν εργάτρια να δουλεύει υπό αξιοπρεπείς συνθήκες και να αμείβεται αναλόγως. Ζωντανή απόδειξη ότι τα πτυχία και τα διαβάσματα δεν καθορίζουν την παιδεία και την καλλιέργεια του ανθρώπου. Ευσεβείς πόθοι. Αλλά που…
Το Συντηρητικό Κόμμα που ανέλαβε την εξουσία μετά την πτώση της Δικτατορίας μονάχα το κοινοβουλευτικό πολίτευμα επανέφερε, προώθησε ορισμένες συντηρητικές μεταρρυθμίσεις ως προς τις πολιτικές ελευθερίες, και φρόντισε για την τιμωρία των περισσότερων εκ των πραξικοπηματιών των προερχόμενων από τις τάξεις του στρατού. Για τους προερχόμενους από τις τάξεις της αστυνομίας και των πολιτών δεν παρουσίασε καμιά ιδιαίτερη φούρια να τους διώξει, ούτε η κυβέρνηση, ούτε το δικαστικό σώμα. Όσον αφορά τον οικονομικό τομέα, οι συντηρητικοί μεροληπτούσαν υπέρ των πλούσιων και εις βάρος των μικρομεσαίων και των φτωχών.
Την επόμενη μέρα, η όμορφη Σιμώνη σηκώθηκε στην βάναυση ώρα 4 προ μεσημβρίας να πάει στο μεροκάματο, στη γραμμή παραγωγής. Φτάνοντας στις 5.30, τριάντα λεπτά πριν την έναρξη της βάρδιας, στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις, χτύπησε κάρτα και ετοιμάστηκε.
Οι ώρες περνούσαν μονότονα ως συνήθως. Όταν σήμανε τελικά η ώρα του διαλείμματος, οι εργάτριες και οι μηχανικοί εξήλθαν στον προαύλιο χώρο του εργοστασίου προκειμένου να γευματίσουν και να ξαποστάσουν. Με τα διαπεραστικά πράσινα μάτια της η Σιμώνη εντόπισε τρία διαφορετικά σκηνικά βίας, καταπίεσης, αδικίας. Τρία σε μια μέρα, τρία σε μια στιγμή, όσα παρόμοιας έντασης δεν είχε δει συνολικά σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα κατά τα τέσσερα χρόνια που εργάζεται σε αυτό το κολαστήριο εργασιακής επιτήρησης και αθέμιτης πειθαρχεία, όμοιο με το αξιοθαύμαστο πανοπτικόν του Μπένθαμ και του Φουκώ.
Στην είσοδο της αποθήκης μια από τις επόπτριες έπιασε μια εργάτρια να κλέβει κάτι τσίτια εσώρουχα ευτελούς αξίας, η απώλεια των οποίων σε καμιά περίπτωση δεν θα ζημίωνε τους μετόχους ούτε θα καθυστερούσε την διοχέτευση της παραγωγής στο εμπόριο. Η επόπτρια προέβει σε μια ατιμωτική και παραδειγματική τιμωρία της εργάτριας, τραβώντας την σερβιέτα της κάτω από την φούστα της με μια αστραπιαία κίνηση, μέθοδο ταπείνωσης που συνήθιζαν οι επόπτριες, αυτοί οι βάναυσοι θηλυκοί πατριάρχες, στις παρεκκλίνουσες εργάτριες.
Στην γωνία του προαυλίου ένας εκ των επιστατών χλεύαζε έναν ομοφυλόφιλο εργάτη ξεφωνίζοντας τον ανοιχτά για τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Το παλικαράκι έκλαιγε με λυγμούς και σαν τρομαγμένο πουλί προσπαθούσε να προφυλαχθεί από τον αιμοβόρο Κέρβερο.
Τέλος, ο φύλακας στο φυλάκιο χτύπησε έναν εργάτη που καθυστέρησε ένεκα της μεγάλης απόστασης του σπιτιού του από τον χώρο εργασίας.
Τα φύλα τελικά δεν έχουν και μεγάλη σημασία ως προς την καταπίεση, έτσι δεν είναι;
Οι απανωτές αδικίες που εκτυλίσσονταν μπροστά στα μάτια της εξόργισαν την Σιμώνη. Η άλλοτε φιλήσυχη, ευγενική και συνεσταλμένη εργάτρια, η οποία ήταν δεν ήταν 23 χρονών, ζήτησε το λόγο και απαίτησε την άμεση παύση των αυθαιρεσιών. Η φωνή της απαράμιλλη και στεντόρεια ήχησε σαν σεισμός και βροντή στο εργοστασιακό συγκρότημα. Παρά την αρχική αμηχανία, οι συνάδελφοί της και όσα μέλη του προσωπικού ασφαλείας και επιτήρησης είχαν ακόμα ψυχή μέσα τους, την επιδοκίμασαν και συνομολόγησαν με το αίτημα της για παύση των βιαιοτήτων εναντίον των συναδέλφων.
Ωστόσο, η εργοδοσία αμείλικτη, απέλυσε άνευ αποζημιώσεως την Σιμώνη και παρακράτησε τρία μεροκάματα από όσους την συνέδραμαν.
Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι ότι η Σιμώνη, παρά την αμέριστη συμπαράσταση των γονέων και του αδελφού της, δέχθηκε δριμεία και μη αναμενόμενη αρνητική κριτική από την ξαδέλφη της την Λίνα, και την παιδική της φίλη την Μάρω. Παρότι αμφότερες παρίσταναν τις αγωνίστριες και τις υπεράνω, μικροπαντρέυτηκαν δυο μούτρα για οικονομικούς κυρίως λόγους ενώ πρωτίστως έκραζαν την Σιμώνη ως μικροαστή λόγω της απροθυμίας της να κατέρχεται σε διαδηλώσεις και πολιτικές συγκεντρώσεις. Ουαού, τόση συνέπεια εκ μέρους τους! Μεταξύ άλλων, την κουτσομπόλευαν επειδή είχε φτάσει 23 χρονών και δεν είχε παντρευτεί.
Ο χρόνος βέβαια και η υπομονή δικαίωσαν την μελαχρινή Σιμώνη, η οποία όπως αποδείχθηκε ήταν ένα λουλούδι φτιαγμένο από πέτρα, όπως ακριβώς και η ιδιαιτέρα αυτής πατρίδα, η Μάνη.
Έναν χρόνο μετά την απόλυσή της, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα ανέλαβε την εξουσία, επαναπροσέλαβε αδίκως απολυθέντες, μεταξύ αυτών και η Σιμώνη, ενώ κατοχύρωσε νομικά την ισότητα των φύλων, και για πρώτη φορά οι εργασιακές συνθήκες βελτιώθηκαν ενώ δόθηκαν κίνητρα και ευκαιρίες στις κατώτερες τάξεις να αποκτήσουν μια κάποια ανοδική κοινωνική και οικονομική κινητικότητα. Να ζήσουν αξιοπρεπώς.
Μια νίκη των δυνάμεων της προόδου και μια προσωπική δικαίωση της Σιμώνης. Λίγα χρόνια αργότερα γνώρισε τον άντρα της, τον Λάμπη, έναν καθηγητή αγγλικής φιλολογίας. Φαινομενικά αταίριαστοι, τους ένωνε η κοινή κοσμοθεωρία τους και η ταξική τους συνείδηση. Εν αντιθέση με τον άντρα της ξαδέλφης της και της φίλης της, ο Λάμπης ήταν καλός και αξιοπρεπής άνθρωπος. Μαζί έκαναν μια κόρη. Την ονόμασαν Νίκη, εις ανάμνησης των δικών τους θριάμβων της ζωής.
Ένα κατοπινό ειδυλλιακό καλοκαίρι στην Μάνη, η Σιμώνη, ο Λάμπης και η Νίκη τους κοιτούσαν το όμορφο ηλιοβασίλεμα του πελοποννησιακού Νότου αναπολώντας τις πίκρες και τις χαρές του παρελθόντος και του παρόντος, καταλλήλως προετοιμασμένοι για τις αντίστοιχες πίκρες και χαρές που έρχονται.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s