1
Θα κυριεύσει. Ο απόηχος των πραγμάτων
που υφέρπει
στη καρδιά μου, σαν ένα ορυχείο στον ουρανό. Θα κυριεύσει
και η αδιάκοπη μεταφορά
των σωμάτων μας στον θεό
το βύθισμα
σ’ ένα ραδιενεργό χώμα, ανθεκτικοί γεωπόνοι
βρωμίζουμε
τα πρόσωπα μας. Η κακότροπη βάρδια ξημερώνει·
στο τέλος
μένει μονάχα η κούραση. Και ‘συ
ο αλάνθαστος σκοπευτής.
2
Ορίζοντα πικραίνεις, επιδιώκεις ακόμα το νόημα
πέφτεις αφυδατωμένος
στη ημερησία σαχάρα
θάβοντας τον θησαυρό σου. Θα κυριεύσει.
Εσένα τυχοδιώκτη συννέφων
που αναφέρεις σαν κατάδικος
μια τελευταία ευχή: επιδιώκεις ακόμα το νόημα, ανατιναγμένε
δε γνωρίζουμε
πως σε ανατινάξαμε.
3
Και πεζολογώ όταν παρατηρώ
πως το δωμάτιό μου έχει τελευταία μεταφυσικές ανησυχίες
– ορίζοντα που σκάβεις αδιάκοπα –
η Κίρα είναι η σωσίας της Κίρα
και ο καθρέπτης μου πύλη, είναι στ’ αλήθεια μια πύλη;
πλέον δε μπορώ να αφεθώ
σ’ ένα αδιάσπαστο
συνειδητό όνειρο: ξυπνάω στη μέση μιας εκταφής
υφέρπουσα ζωή από βελανίδι
προβάλεις την βολική υποψία, προσκολλήσου στα εμφανή.
Θα κυριεύσει όμως.
4
Αυτοεκπληρούμενη προφητεία
η αναγγελία του Δύστυχου Πυγμάχου
καθώς πηδάει
απ’το ψυχικό μπαλκόνι
στα ερείπια μιας κυκλωνικής δύσης,
είναι αυτό το ενσταντανέ του τρόμου;
και ο ήλιος της συμφοράς
και η ζεστασιά της ήττας
απόσταγμα πικρής μαριχουάνας
η σημερινή θάλασσα
και ο αχαλίνωτος χρωματισμός:
έλκει το ζωικό βασίλειο
στους απογευματινούς δρόμους ενός μπρονξ
έλκει τα κύτταρα της Αβύσσου
που οργανώθηκε
στα σπλάχνα μας.
Και η ονειρώδης ριπή
έλκει την γραφή
έλκει την παιδική ηλικία ενός μετέπειτα φονιά,
κυριευμένος.
5
Η πίσω όψη μιας προσδοκίας
ο εκφρασμένος πυροβολισμός
και ο παρακάτω στίχος: και ο θάνατος ως κέρδος.
Φανερωμένος στην ηχώ της σκέψης μου
στο περπάτημα σου
στο φρύδι που σηκώνεται σε μια αποβάθρα. Σουρεαλιστικό παιχνίδι και γελάς:
δεν υπάρχει απειλή
όταν υπάρχουν μονάχα λέξεις. Και μια δυνατότητα – αιώνιο ασανσέρ
που όλο απασχολείται